Πριν ανακαλύψω τις χαρές (και
τις τρομάρες) της μητρότητας, αντιπαθούσα όλα τα μικροσκοπικά γκρέμλινς,
ειδικότερα αυτά που τσιρίζουν στα μαγαζιά, που τρέχουν γύρω γύρω από τα
τραπέζια, που χτυπιούνται όταν δε γίνεται το δικό τους και που όταν τους
χαμογελάς σου βγάζουν τη γλώσσα, κάνοντάς σε να θες να υψώσεις τοτέμ για τον
Ηρώδη και να επικαλεστείς κάθε σκοτεινή δύναμη του σύμπαντος, για να τον
επαναφέρεις στη ζωή.
Όταν σκεφτόμουν τη δική μου
οικογενειακή ζωή, είχα στο νου μου το Αμερικάνικο όνειρο, αυτό με τις
μονοκατοικίες με τις τεράστιες αυλές και τα λαμπραντόρ (που δεν τα αμολάνε ποτέ
και πουθενά- τα κακά τους εννοώ)που παίζουν με χαμογελαστά κι ευγενέστατα
πιτσιρίκια τα οποία δεν τσακώνονται ποτέ, οικογενειακά τραπέζια γεμάτα ευγένεια
(could
you
please
pass
me
the
salt?)
, σπιτικές μαρμελάδες, κερασόπιτες, τοίχοι γεμάτοι φωτογραφίες και αγάπη παντού
(ολούθε, που λέει και ο Κορτώ)
Ορκιζόμουν με χέρια και κεφάλια
στις φωτιές και τα ευαγγέλια ότι τα δικά ΜΟΥ παιδιά δε θα είχαν καμία απολύτως
σχέση με όλα αυτά τα θρασύτατα κι αντιπαθέστατα πλάσματα – προσωποποιήσεις του
Τσάκι- που κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Ευτυχώς που ο Θεός κάποια πράγματα που λέμε
εμείς οι κοινοί θνητοί, δεν τα παίρνει τοις μετρητοίς
Τελικά μετά από δυο γέννες
ανακάλυψα ότι παιδιά ακίνητα, αμίλητα και σοβαρά είναι μόνο τα Children
of
The
corns και μαζί με αυτή
τη διαπίστωση ήρθε η κατάρρευση του
Αμερικανικού ονείρου και η άνοδος της πεζής Ελληνικής πραγματικότητας.
Δεν έχω ιδέα πώς φτιάχνεται μια
κερασόπιτα, το λαμπραντόρ είναι ένας γάτος παλιοχαρακτήρας που μόνο κοιμάται,
δεν έχουμε σκάλα για να γεμίσουμε τον τοίχο φωτογραφίες και κανένας δε ζητάει
ευγενικά το αλάτι στο τραπέζι-τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει καν στρωμένο τραπέζι.
Εγώ θα τρώω στα όρθια με το μωρό αγκαλιά
κατευθείαν από την κατσαρόλα, ο άντρας μου θα φάει ξαναζεσταμένο φαί γιατί δεν
ζούμε με το ωράριο 9-5 αλλά 7-όσο-πάει, και τα πιτσιρίκια δε θα φάνε ποτέ
τίποτα, εκτός αν τα απειλήσω ότι θα τα στείλω στην Ινδία να γίνουν ανθρακωρύχοι
ή στη Νέα Ορλεάνη να γυαλίζουν παπούτσια- Καϊλας Ιντερνατσιονάλε.
Τα παιδιά μου και τσιρίζουν και
απαιτούν και βγάζουν και γλώσσα, μέχρι να πληρωθεί ο ένας λογαριασμός έρχεται ο
επόμενος, διακοπές κάνουμε βουτώντας στις καρτ-ποστάλ και για να περάσουμε μια
Κυριακή στη θάλασσα πρέπει να τσακωθούμε μισή ώρα πριν-κατά τη διάρκεια-και
μισή ώρα μετά.
Ξεκινώντας από το μίνι βαν που
πρέπει να αγοράσουμε για να χωρέσει κάθε φορά όλο το συρφετό που θα
κουβαλήσουμε
(ομπρέλες-ξαπλώστρες-ψάθες-πετσέτες-στρώματα-σωσίβια-μπρατσάκια-μάσκες-βατραχοπέδιλα-σάντουιτς-καρπούζια-νερά-καπέλα-ρούχα-κεφτεδάκια-στο-τάπερ-παντόφλες-μπλα-μπλα-μπλα).
Φτάνοντας στο ποιανού τα μάτια
θα πεταχτούν έξω από το φύσα-φύσα για να φουσκωθούν όλα αυτά (και ποιος τρόμπας
ξέχασε ΠΑΛΙ την τρόμπα στο σπίτι) και ποιος θα επιστρέψει τις σαγιονάρες όλων
των λουόμενων σε ακτίνα 50 μέτρων, που σχηματίζουν λοφίσκο μπροστά μας και που
μαζεύουν τα τέκνα μας σαν κλασικοί ρακοσυλλέκτες (ή φετιχιστές) .
Και καταλήγοντας στο ποιος θα
τα ξεφουσκώσει, ποιος θα τα μαζέψει, ποιος θα τα φορτώσει ξανά στο αμάξι και
ποιος θα τα ξεφορτώσει όταν πάμε σπίτι,
ποιος θα κάνει τα πιτσιρίκια μπάνιο, ποιος θα σκουπίσει την άμμο από το
αυτοκίνητο, ποιος θα ετοιμάσει φαγητό, ποιος έχει σειρά για παραμύθι και ΟΥΦ.
Kάτι
τέτοιες εξαντλητικές Κυριακές μας έχουν μάθει ότι οι κανόνες φτιάχτηκαν για να
σπάνε και ότι αυτό που αξίζει να κρατάμε είναι οι στιγμές. Ότι δεν εγινε και
τίποτα αν δεν κοιμηθούμε στην ώρα μας και στο κρεβάτι μας, γιατί λίγες είναι οι
φορές που θα έχουμε την ευκαιρία να κοιμηθούμε όλοι μαζί στο ίδιο κρεβάτι.
Ότι κανείς δε θα πάθει τίποτα
αν φάμε ακόμη ένα βρωμο-ντελίβερι επειδή βαριόμαστε να μαγειρέψουμε κι ότι σ
όποιον δεν αρέσει το μονίμως ακατάστατο σπίτι μας, ας μην μας επισκεφτεί. Ότι όταν έχεις
πιτσιρίκια ποτέ δε θα έχεις καθαρό αυτοκίνητο και πάντα θα στραμπουλάς τα
δάχτυλά σου από κάποιο πεταμένο παιχνίδι. Ότι οι οικογένειες μαλώνουν,
θυμώνουν, ζορίζονται, αλλά μεγαλώνουν και μαθαίνουν μαζί.
Σας έχω μια πολύ ωραία και
ιδιαίτερη πρόταση για σήμερα, το Θαμμένο Γίγαντα.
«Σ' ένα απομονωμένο χωριό στην Αγγλία, την εποχή
των θρύλων, λίγο μετά τον θάνατο του βασιλιά Αρθούρου, ζει ένα ηλικιωμένο
ζευγάρι Βρετανών, ο Αξλ και η Μπέατρις. Οι αναμνήσεις τους είναι θολές, όπως
και όλων των κατοίκων, λόγω μιας μυστηριώδους ομίχλης που προκαλεί ένα είδος
φθοράς. Παρά την αρρώστια της Μπέατρις, το ζευγάρι αποφασίζει να αφήσει την
ασφάλεια του σπιτιού του με σκοπό να ταξιδέψει μακριά και να βρει τον γιο του,
που έχει να δει εδώ και χρόνια.
Άλλοτε άγριο και άλλοτε συγκινητικό, το καινούργιο μυθιστόρημα του Ισιγκούρο είναι ένα παραμύθι για τις χαμένες μνήμες, την αγάπη, την εκδίκηση και τον πόλεμο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)»
Αυτό που έχει σημασία δεν είναι
να τυλίξουμε τη ζωή μας με φανταχτερές κορδέλες για την κάνουμε όμορφη, αλλά να
της ρίχνουμε μπόλικη ζάχαρη για να την κάνουμε γλυκιά :)
Άντε καλημέρες!
Lola Cathrine